This Page

has moved to a new address:

Παναγία Μηλεσιώτισσα: Μυστήριο παράδοξο Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἀπό ἀρκετές ἡμέρες ἔχει ἀρχίσει νά προετοιμάζει τούς χριστιανούς γιά τόν ἑορτασμό τῶν Χριστουγέννων.Ὁ ἑορτασμός αὐτός ἀρχίζει μέ τή νηστεία. Ἡ νηστεία εἶναι πάντοτε ἄθλημα προετοιμασίας γιά τήν προσέγγιση τῶν μεγάλων καί ἀληθινῶν, παράλληλα οἱ ἱερές ἀκολουθίες διανθίζονται μέ προετοιμαστικούς ὕμνους σχετικούς μέ τά Χριστούγεννα, πού και αὐτοί τονίζουν τήν εἰσόδευσή μας στήν ἑορτή.Ὅλα αὐτά ἀποτελοῦν διδαχή καί προτροπή στή βίωση τῶν διαστάσεων τοῦ γιορταζόμενου γεγονότος. Ὅμως ὑπάρχει καί μιά ἄλλη πλευρά τῆς ἑορταστικῆς περιόδου μέ ὄχι εὐκαταφρόνητες διαστάσεις. Εἶναι ἡ πλευρά τῆς ἐμπορευματοποιήσεως τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων. Πολλά καί ποικίλα τά ὅσα λανσάρονται κατάλληλα καί πού τελικά καλύπτουν θορυβοδῶς τήν περίοδο αὐτή. Δημιουργοῦν ἕνα μπετόν πολλές φορές ἀπροσπέλαστο, πούἐπικαλύπτει τήν πνευματική ὄψη τῶν Χριστουγέννων, καί ἔτσι ἀμαυρώνεται τό νόημα καί περιεχόμενό τους καί τελικά καταντοῦν σέ μιά ἐμποροπανήγυρη. Ἡ κατάσταση αὐτή δέν ἀφήνει πολλά περιθώρια γιά νά μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νά ἀνοίξει τό βάθος τῆς καρδιᾶς γιά νά ἀπολαύσει οὐσιαστικά «ψυχαῖς καθαραῖς» τό νόημα τῆς Σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ. Κάποιες γλυκανάλατες ἱστοριοῦλες, σάν παραμύθι καί κάποια ρομαντικά τραγουδάκια κνίθουν τήν ἀκοή καί μιλοῦν γιά τό ὄνομα τοῦ μικροῦ ξανθοῦ Χριστούλη. Καί τό πιό τραγικό. Οἱ ἑορταστές, πολλοί ἀπ’ αὐτούς φέρουν τό ὄνομα τοῦ χριστιανοῦ, αὐτῆς τῆς πνιγηρῆς ἐμποροπανηγύρεως ἔχουμε διαγράψει ἀπό τό λεξιλόγιο τίς ὑψηλές ἔννοιες, τῆς καθάρσεως, τῆς λυτρώσεως, τῆς θεώσεως, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν αὐτό καθ’ ἑαυτό τό μήνυμα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ καί μᾶς βοηθοῦν στή βίωση τῶν ἱερῶν ἐπαγγελιῶν τοῦ Θεοῦ, ὥστε τά ὅσα ὁ λειτουργικός χρόνος ἐμφανίζει νά γίνονται ἐφικτά καί πραγματοποιήσιμα ἀπό τόν ἄνθρωπο. Μᾶς συγκινεῖ βέβαια τό ἐξωτερικό περιτύλιγμα πού μέ ἐπιτηδειότητα λανσάρεται ἀπό τή στημένη βιομηχανία, μόλις ὁ Νοέμβριος σκάσει στό μισό του, ὁπότε ἀρχίζουν τά «νταβαντούρια» μέ πρώτη καίκαλύτερη ἡ τηλοψία μέ τίς πάμπολλες διαφημήσεις τῶν πολλῶν καί ποικίλων. Τά ἐμπορικά καταστήματα μέ τίς στολισμένες βιτρίνες καί τά χριστουγεννιάτικα δέντρα τά πολύχρωμα λαμπιόνια. Οἱ ἐπινοήσεις δημοτικῶν ἀρχόντων, πού σκαρφίζονται πολλά καί ποικίλα, ἀντιγραφές τῶν ὁμοίων τους τῆς Ἑσπερίας, στολίζοντας καί πλατεῖες. Τά σπίτια μας, τά μπαλκόνια, τά δεντράκια τῶν κήπων μέ χιλιάδες λαμπιόνια πού ἀναβοσβύνουν μέρα καί νύχτα δίνουν μέ τό ἀπόλαυση στό μάτι τῶν αἰσθήσεων μας. Καί φθάνοντας στήν ἑσπέρα τῆς μεγάλης βραδυᾶς, γιά νά ἀρχίζει ὁ συναγωνισμός τῶν ξενόφερτων ρεβεγιόν. Καί μετά τό φαγοπότι ὁ ὕπνος καί παύση τῆς ἑορτῆς, καί μέσα στήν ψευδαίσθηση τῶν ἐξωτερερικευμαύτων αὐτῶν, λέμε στούς ἑαυτούς μας, πώς γιορτάσαμε Χριστούγεννα. Ἔτσι πάνω κάτω γιορτάζουμε τά Χριστούγεννα. Καλός ὁ διάκοσμος. Ὅμως σταματάει καί ξεφτίζει. Ἀλήθεια, μόλις περάσουν τά Χριστούγεννα, κι ἄντε μέχρι τήν Πρωτοχρονιά καί φύγει τό Δωδεκαήμερο,τί μᾶς ἔμεινε;. Ὅλα σβύνουν, χάνονται, καί κρύβονται στίς ἀποθῆκες γιά τόγύρισμα χρόνου γιά νά ξαναβγοῦν στήν ἐπιφάνεια. Μᾶς χαλάει τό κέφιμόλις περάσουν τά Φῶτα καί φύγουν τά «καλικαντζαράκια» ἀπό τίςπολυάνθρωπες πόλεις μας, γιά νά μείνουν οἱ ἀληθινοί καλικάντζαροι.Ποῦ λοιπόν, γιά προετοιμασία νά δεχθοῦμε τό Χριστό, κι ἄς γιορτάζουμε«τή θεία Γέννησή του». Κάνουμε γιορτή δίχως τήν παρουσία τοῦγιορταζομένου. Ὁ Χριστός ἀπών ἀπό τή Γέννησή Του.Βέβαια δέν ξέρω γιά φέτος, πώς θά κυλίσει ἐξωτερικότητα τῶν φαινομένωτοῦ γιορταστικοῦ διάκοσμου, μιά καί ἡ λιτότητα πού ἔχει ἐπιβάλειτό μνημόνιο καί ἡ διαβόητη τροϊκα, δέν ἀφήνει περιθώρια γιορτασικῶν ρυθμῶν. Σύροντας ὅμως τίς γραμμές αὐτές καί ἀναλογιζόμενος τά ὅσα παράδοξα συντελοῦνται μέ τή γιορτή τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ἔλεγα στόν ἑαυτό μου,ἄν φέτος σέ κάποια γωνιά τοῦ πλανήτη μας ξαναγεννιόταν ὁ Χριστός, ἄραγε θά τό παίρναμε χαμπάρι; Πιστεύω πώς ὄχι. Γιατί καί τότε στή Βηθλεέμ εἶχε συρρεύσει μεγάλο πλῆθος κόσμου γιά τήν ἀπογραφή τοῦ Καίσαρα, ὅμως δέν ἀντιλήφθηκε τό πλῆθος αὐτό τό τί συνέβηκε τήν ἱστορική ἐκείνη βραδυά. Καί γράφοντας αὐτό τό κείμενο ὁ νοῦς μου θυμήθηκε τό στίχο τοῦ «Οἴκου» τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων,καί ἐπανάλαβαν πολλές φορές τά χείλη μου: «Θεός τό τεχθέν, ἡ δέ Μήτηρ Παρθένος, τί μεῖζον ἄλλο καινόν εἶδεν ἡ κτίσις;», πού δείχνει ὁλόκληρη τήν παραδοξότητα τοῦ γεγονότος τῆς Σαρκώσεως τοῦ Κυρίου μας, καί στέκεται γενεσιουργός αἰτία ὅλων ὅσων συνάπτονται καί συντελοῦνται στή γιορτή αὐτή μέ τήν ἑξῆς διαφορά, ὁ πολύς κόσμος στέκεται, ὅπως προαναφέρθηκε, στό διάκοσμο καί τήν ἐξωτερικότητα, ἐνῶ οἱ ἀναζητητές τῆς ἀλήθειας καί τοῦ βάθους τῶν πραγμάτων, λίγοι αὐτοί, ψαύουν εὐλαβικά τό βάθος τοῦ «ὑπερφυοῦς θαύματος», μέσα στό ὁποῖο ὁ Θεός σαρκώνεται, «ὁ Ἄναρχος ἄρχεται καί ὁ Λόγος σαρκοῦται», ἀπό μιά γυναίκα ἀμύητη στά τοῦ γάμου. Γέννηση χωρίς τή φυσική συνάφεια. Μοναδική καί ἀνεπανάλειπτη ἡ περίπτωση. Καί δέν μποροῦσε νά γίνει ἀλλοιῶς. Ἐκεῖνος, πού νομοθέτησε τούς ὅρους τῆς φύσεως, ἀναστέλλει μιά μόνη φορά τό φυσικό νόμο, καί «μή λυμηνάμενος τάς κλεῖς τῆς παρθένου» προσλαμβάνει τό ἀνθρώπινο φύραμα ἀπό τήν παρθενική της ὑπόσταση. Πῆρε ὅλη τήν ἀνθρώπινη φύση χωρίς τή μεσολάβηση ἄνδρα, γιατί δέν ἔπρεπε νά διοχετευθεῖ στή πρόσληψη, σάρκωση, αὐτή τό σπέρμα τοῦ ἄνδρα. Ὁ κάθε ἄνδρας μέ τό σπέρμα του εἶναι ὁ φορέας τοῦ μικροβίου τῆς ἀρρωστημένης μας φύσεως. Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου ἔγινε κατά τή θέληση καί εὐδοκία τοῦ Θεοῦ, «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου», ὥστε ὁ Νέος Ἀδάμ νά εἶναι ἀπαλλαγμένος τοῦ μικροβίου τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. Καί ἔτσι τό γιορταζόμενο γεγονός, τό μυστήριο τῆς Σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου, νά εἶναι τό μόνο καινό κάτω ἀπό τόν ἥλιο, ὅπως χαρακτηριστικά τό διατύπωσε ὁ ἱερός Δαμασκηνός: «ὁ ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων, κλίνας οὐρανούς κατέρχεται, τοὐτέστι, τό ἀταπείνωτον αὑτού ὕψος ἀταπεινώτως ταπεινώσας, συγκατέβη καί Θεός ὤν τέλειος, ἄνθρωπος τέλειος γίνεται καί ἐπιτελεῖται τό πάντων καινόν καινότατον, τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον, δι’ οὗ ἡ ἄπειρος τοῦ Θεοῦ ἐμφανίζεται δύναμις, τί γάρ μεῖζον τοῦ γενέσθαι τόν Θεόν ἄνθρωπον»; Τό μεγαλύτερο θαῦμα πού πραγματοποιήθηκε μέσα στό χῶρο καί τό χρόνο. Ὁ Θεός «συγκαταβαίνει», καί ντύνεται τήν ἀνθρώπινη ὑπόσταση ἀπό μιά Παρθένα Μητέρα, προκειμένου ὁ ἄνθρωπος, γιός τοῦ Θεοῦ, πού ἔπεσε στή φθορά τοῦ θανάτου νά ἐπαναποκτήσει τή στολή τῆς θεότητος, νά ξαναγίνει ὁ ἀγαπημένος τοῦ Θεοῦ, Θεός κατά Χάρη. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ γίνεται ἄνθρωπος μέ σάρκα ὅμοια μέ τή δική μας, δίχως τῆς πτώσεως τό δηλητήριο, δίχως νά ἀποχωρισθεῖ τή Θεία Του Φύση. Εἶναι ὅλος στόν οὐρανό σάν Θεός καί τήν ἴδια στιγμή ὅλος πάνω στή γῆ μέ τή Θεάνθρώπινη Ὑπόστασή Του. Μυστήριο τῆς παραδοξότητος. Γίνεται τραγούδι, «Ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω, καί τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπῆν, ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος...».Ἀδελφοί ἀγαπητοί, ὅσο κι ἄν ὁ ἀνθρώπινος νοῦς στέκεται με θαυμασμό στά διάφορα τεχνικά ἐπιτεύγματα, στίς πολλαπλές ἀνακαλύψεις τοῦ νοῦ, πού καθαρά ἀνθρώπινες ἐπινοήσεις, καί πού προκαλοῦν τή λογική, ἄλλο τόσο θαυμαστικά καί ταυτόχρονα δοξολογικά πρέπει νά σταθεῖ καί νά στέκεται ὁ λογισμός μας στό ὑπέρλογο Μυστήριο τῆς θείας Ἐνανθρωπήσεως. Ἡ μοναδική καί θαυμαστική αὐτή θεία συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ ἔγινε γιά ὅλους μας. Ὁ Θεός μᾶς προσφέρει ὄχι κάτι ἀπό τά δικά του, ἀλλά τό ἴδιο τόν ἑαυτό Του, ὥστε μέ ἀσφάλεια νά πραγματοποιήσουμε τόν προορισμό μας, ὅπως τόν ἔχει ὁρισίσει ἡ βούληση. Τό Μυστήριο τῆς συγκαταβάσεως τοῦ Θεοῦ βιώνεται μέσα στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία. Ἀπ’ αὐτήν, ἐκεῖ, ἀρχίζει ἡ πραγματοποίηση τῆς «ἀρχαίας καί ἀληθινῆς βουλῆς», καί ὅποιος ἑνώνεται μέ τό Χριστό, μέσα ἀπό τό Μυστικό Του Σῶμα μετέχει τῆς «πλήρους καί ἀδιαπτώτου ζωῆς, σοφίας, δυνάμεως καί ἐλευθερίας». Εὐχή καί προτροπή, ὁ Θεός τῆς Ἀγάπης καί τοῦ ἐλέους, νά μᾶς χαρίζει τό θεοπρεπῆ καί ὄχι μόνο τόν κοσμοπρεπῆ γιορτασμό τῶν Ἁγίων ἡμερῶν αὐτῶν. Ἀμήν. παπα Κωνσταντῖνος ΦιοράκηςΜυστήριο παράδοξο Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἀπό ἀρκετές ἡμέρες ἔχει ἀρχίσει νά προετοιμάζει τούς χριστιανούς γιά τόν ἑορτασμό τῶν Χριστουγέννων.Ὁ ἑορτασμός αὐτός ἀρχίζει μέ τή νηστεία. Ἡ νηστεία εἶναι πάντοτε ἄθλημα προετοιμασίας γιά τήν προσέγγιση τῶν μεγάλων καί ἀληθινῶν, παράλληλα οἱ ἱερές ἀκολουθίες διανθίζονται μέ προετοιμαστικούς ὕμνους σχετικούς μέ τά Χριστούγεννα, πού και αὐτοί τονίζουν τήν εἰσόδευσή μας στήν ἑορτή.Ὅλα αὐτά ἀποτελοῦν διδαχή καί προτροπή στή βίωση τῶν διαστάσεων τοῦ γιορταζόμενου γεγονότος. Ὅμως ὑπάρχει καί μιά ἄλλη πλευρά τῆς ἑορταστικῆς περιόδου μέ ὄχι εὐκαταφρόνητες διαστάσεις. Εἶναι ἡ πλευρά τῆς ἐμπορευματοποιήσεως τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων. Πολλά καί ποικίλα τά ὅσα λανσάρονται κατάλληλα καί πού τελικά καλύπτουν θορυβοδῶς τήν περίοδο αὐτή. Δημιουργοῦν ἕνα μπετόν πολλές φορές ἀπροσπέλαστο, πούἐπικαλύπτει τήν πνευματική ὄψη τῶν Χριστουγέννων, καί ἔτσι ἀμαυρώνεται τό νόημα καί περιεχόμενό τους καί τελικά καταντοῦν σέ μιά ἐμποροπανήγυρη. Ἡ κατάσταση αὐτή δέν ἀφήνει πολλά περιθώρια γιά νά μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νά ἀνοίξει τό βάθος τῆς καρδιᾶς γιά νά ἀπολαύσει οὐσιαστικά «ψυχαῖς καθαραῖς» τό νόημα τῆς Σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ. Κάποιες γλυκανάλατες ἱστοριοῦλες, σάν παραμύθι καί κάποια ρομαντικά τραγουδάκια κνίθουν τήν ἀκοή καί μιλοῦν γιά τό ὄνομα τοῦ μικροῦ ξανθοῦ Χριστούλη. Καί τό πιό τραγικό. Οἱ ἑορταστές, πολλοί ἀπ’ αὐτούς φέρουν τό ὄνομα τοῦ χριστιανοῦ, αὐτῆς τῆς πνιγηρῆς ἐμποροπανηγύρεως ἔχουμε διαγράψει ἀπό τό λεξιλόγιο τίς ὑψηλές ἔννοιες, τῆς καθάρσεως, τῆς λυτρώσεως, τῆς θεώσεως, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν αὐτό καθ’ ἑαυτό τό μήνυμα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ καί μᾶς βοηθοῦν στή βίωση τῶν ἱερῶν ἐπαγγελιῶν τοῦ Θεοῦ, ὥστε τά ὅσα ὁ λειτουργικός χρόνος ἐμφανίζει νά γίνονται ἐφικτά καί πραγματοποιήσιμα ἀπό τόν ἄνθρωπο. Μᾶς συγκινεῖ βέβαια τό ἐξωτερικό περιτύλιγμα πού μέ ἐπιτηδειότητα λανσάρεται ἀπό τή στημένη βιομηχανία, μόλις ὁ Νοέμβριος σκάσει στό μισό του, ὁπότε ἀρχίζουν τά «νταβαντούρια» μέ πρώτη καίκαλύτερη ἡ τηλοψία μέ τίς πάμπολλες διαφημήσεις τῶν πολλῶν καί ποικίλων. Τά ἐμπορικά καταστήματα μέ τίς στολισμένες βιτρίνες καί τά χριστουγεννιάτικα δέντρα τά πολύχρωμα λαμπιόνια. Οἱ ἐπινοήσεις δημοτικῶν ἀρχόντων, πού σκαρφίζονται πολλά καί ποικίλα, ἀντιγραφές τῶν ὁμοίων τους τῆς Ἑσπερίας, στολίζοντας καί πλατεῖες. Τά σπίτια μας, τά μπαλκόνια, τά δεντράκια τῶν κήπων μέ χιλιάδες λαμπιόνια πού ἀναβοσβύνουν μέρα καί νύχτα δίνουν μέ τό ἀπόλαυση στό μάτι τῶν αἰσθήσεων μας. Καί φθάνοντας στήν ἑσπέρα τῆς μεγάλης βραδυᾶς, γιά νά ἀρχίζει ὁ συναγωνισμός τῶν ξενόφερτων ρεβεγιόν. Καί μετά τό φαγοπότι ὁ ὕπνος καί παύση τῆς ἑορτῆς, καί μέσα στήν ψευδαίσθηση τῶν ἐξωτερερικευμαύτων αὐτῶν, λέμε στούς ἑαυτούς μας, πώς γιορτάσαμε Χριστούγεννα. Ἔτσι πάνω κάτω γιορτάζουμε τά Χριστούγεννα. Καλός ὁ διάκοσμος. Ὅμως σταματάει καί ξεφτίζει. Ἀλήθεια, μόλις περάσουν τά Χριστούγεννα, κι ἄντε μέχρι τήν Πρωτοχρονιά καί φύγει τό Δωδεκαήμερο,τί μᾶς ἔμεινε;. Ὅλα σβύνουν, χάνονται, καί κρύβονται στίς ἀποθῆκες γιά τόγύρισμα χρόνου γιά νά ξαναβγοῦν στήν ἐπιφάνεια. Μᾶς χαλάει τό κέφιμόλις περάσουν τά Φῶτα καί φύγουν τά «καλικαντζαράκια» ἀπό τίςπολυάνθρωπες πόλεις μας, γιά νά μείνουν οἱ ἀληθινοί καλικάντζαροι.Ποῦ λοιπόν, γιά προετοιμασία νά δεχθοῦμε τό Χριστό, κι ἄς γιορτάζουμε«τή θεία Γέννησή του». Κάνουμε γιορτή δίχως τήν παρουσία τοῦγιορταζομένου. Ὁ Χριστός ἀπών ἀπό τή Γέννησή Του.Βέβαια δέν ξέρω γιά φέτος, πώς θά κυλίσει ἐξωτερικότητα τῶν φαινομένωτοῦ γιορταστικοῦ διάκοσμου, μιά καί ἡ λιτότητα πού ἔχει ἐπιβάλειτό μνημόνιο καί ἡ διαβόητη τροϊκα, δέν ἀφήνει περιθώρια γιορτασικῶν ρυθμῶν. Σύροντας ὅμως τίς γραμμές αὐτές καί ἀναλογιζόμενος τά ὅσα παράδοξα συντελοῦνται μέ τή γιορτή τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ἔλεγα στόν ἑαυτό μου,ἄν φέτος σέ κάποια γωνιά τοῦ πλανήτη μας ξαναγεννιόταν ὁ Χριστός, ἄραγε θά τό παίρναμε χαμπάρι; Πιστεύω πώς ὄχι. Γιατί καί τότε στή Βηθλεέμ εἶχε συρρεύσει μεγάλο πλῆθος κόσμου γιά τήν ἀπογραφή τοῦ Καίσαρα, ὅμως δέν ἀντιλήφθηκε τό πλῆθος αὐτό τό τί συνέβηκε τήν ἱστορική ἐκείνη βραδυά. Καί γράφοντας αὐτό τό κείμενο ὁ νοῦς μου θυμήθηκε τό στίχο τοῦ «Οἴκου» τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων,καί ἐπανάλαβαν πολλές φορές τά χείλη μου: «Θεός τό τεχθέν, ἡ δέ Μήτηρ Παρθένος, τί μεῖζον ἄλλο καινόν εἶδεν ἡ κτίσις;», πού δείχνει ὁλόκληρη τήν παραδοξότητα τοῦ γεγονότος τῆς Σαρκώσεως τοῦ Κυρίου μας, καί στέκεται γενεσιουργός αἰτία ὅλων ὅσων συνάπτονται καί συντελοῦνται στή γιορτή αὐτή μέ τήν ἑξῆς διαφορά, ὁ πολύς κόσμος στέκεται, ὅπως προαναφέρθηκε, στό διάκοσμο καί τήν ἐξωτερικότητα, ἐνῶ οἱ ἀναζητητές τῆς ἀλήθειας καί τοῦ βάθους τῶν πραγμάτων, λίγοι αὐτοί, ψαύουν εὐλαβικά τό βάθος τοῦ «ὑπερφυοῦς θαύματος», μέσα στό ὁποῖο ὁ Θεός σαρκώνεται, «ὁ Ἄναρχος ἄρχεται καί ὁ Λόγος σαρκοῦται», ἀπό μιά γυναίκα ἀμύητη στά τοῦ γάμου. Γέννηση χωρίς τή φυσική συνάφεια. Μοναδική καί ἀνεπανάλειπτη ἡ περίπτωση. Καί δέν μποροῦσε νά γίνει ἀλλοιῶς. Ἐκεῖνος, πού νομοθέτησε τούς ὅρους τῆς φύσεως, ἀναστέλλει μιά μόνη φορά τό φυσικό νόμο, καί «μή λυμηνάμενος τάς κλεῖς τῆς παρθένου» προσλαμβάνει τό ἀνθρώπινο φύραμα ἀπό τήν παρθενική της ὑπόσταση. Πῆρε ὅλη τήν ἀνθρώπινη φύση χωρίς τή μεσολάβηση ἄνδρα, γιατί δέν ἔπρεπε νά διοχετευθεῖ στή πρόσληψη, σάρκωση, αὐτή τό σπέρμα τοῦ ἄνδρα. Ὁ κάθε ἄνδρας μέ τό σπέρμα του εἶναι ὁ φορέας τοῦ μικροβίου τῆς ἀρρωστημένης μας φύσεως. Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου ἔγινε κατά τή θέληση καί εὐδοκία τοῦ Θεοῦ, «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου», ὥστε ὁ Νέος Ἀδάμ νά εἶναι ἀπαλλαγμένος τοῦ μικροβίου τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. Καί ἔτσι τό γιορταζόμενο γεγονός, τό μυστήριο τῆς Σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου, νά εἶναι τό μόνο καινό κάτω ἀπό τόν ἥλιο, ὅπως χαρακτηριστικά τό διατύπωσε ὁ ἱερός Δαμασκηνός: «ὁ ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων, κλίνας οὐρανούς κατέρχεται, τοὐτέστι, τό ἀταπείνωτον αὑτού ὕψος ἀταπεινώτως ταπεινώσας, συγκατέβη καί Θεός ὤν τέλειος, ἄνθρωπος τέλειος γίνεται καί ἐπιτελεῖται τό πάντων καινόν καινότατον, τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον, δι’ οὗ ἡ ἄπειρος τοῦ Θεοῦ ἐμφανίζεται δύναμις, τί γάρ μεῖζον τοῦ γενέσθαι τόν Θεόν ἄνθρωπον»; Τό μεγαλύτερο θαῦμα πού πραγματοποιήθηκε μέσα στό χῶρο καί τό χρόνο. Ὁ Θεός «συγκαταβαίνει», καί ντύνεται τήν ἀνθρώπινη ὑπόσταση ἀπό μιά Παρθένα Μητέρα, προκειμένου ὁ ἄνθρωπος, γιός τοῦ Θεοῦ, πού ἔπεσε στή φθορά τοῦ θανάτου νά ἐπαναποκτήσει τή στολή τῆς θεότητος, νά ξαναγίνει ὁ ἀγαπημένος τοῦ Θεοῦ, Θεός κατά Χάρη. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ γίνεται ἄνθρωπος μέ σάρκα ὅμοια μέ τή δική μας, δίχως τῆς πτώσεως τό δηλητήριο, δίχως νά ἀποχωρισθεῖ τή Θεία Του Φύση. Εἶναι ὅλος στόν οὐρανό σάν Θεός καί τήν ἴδια στιγμή ὅλος πάνω στή γῆ μέ τή Θεάνθρώπινη Ὑπόστασή Του. Μυστήριο τῆς παραδοξότητος. Γίνεται τραγούδι, «Ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω, καί τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπῆν, ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος...».Ἀδελφοί ἀγαπητοί, ὅσο κι ἄν ὁ ἀνθρώπινος νοῦς στέκεται με θαυμασμό στά διάφορα τεχνικά ἐπιτεύγματα, στίς πολλαπλές ἀνακαλύψεις τοῦ νοῦ, πού καθαρά ἀνθρώπινες ἐπινοήσεις, καί πού προκαλοῦν τή λογική, ἄλλο τόσο θαυμαστικά καί ταυτόχρονα δοξολογικά πρέπει νά σταθεῖ καί νά στέκεται ὁ λογισμός μας στό ὑπέρλογο Μυστήριο τῆς θείας Ἐνανθρωπήσεως. Ἡ μοναδική καί θαυμαστική αὐτή θεία συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ ἔγινε γιά ὅλους μας. Ὁ Θεός μᾶς προσφέρει ὄχι κάτι ἀπό τά δικά του, ἀλλά τό ἴδιο τόν ἑαυτό Του, ὥστε μέ ἀσφάλεια νά πραγματοποιήσουμε τόν προορισμό μας, ὅπως τόν ἔχει ὁρισίσει ἡ βούληση. Τό Μυστήριο τῆς συγκαταβάσεως τοῦ Θεοῦ βιώνεται μέσα στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία. Ἀπ’ αὐτήν, ἐκεῖ, ἀρχίζει ἡ πραγματοποίηση τῆς «ἀρχαίας καί ἀληθινῆς βουλῆς», καί ὅποιος ἑνώνεται μέ τό Χριστό, μέσα ἀπό τό Μυστικό Του Σῶμα μετέχει τῆς «πλήρους καί ἀδιαπτώτου ζωῆς, σοφίας, δυνάμεως καί ἐλευθερίας». Εὐχή καί προτροπή, ὁ Θεός τῆς Ἀγάπης καί τοῦ ἐλέους, νά μᾶς χαρίζει τό θεοπρεπῆ καί ὄχι μόνο τόν κοσμοπρεπῆ γιορτασμό τῶν Ἁγίων ἡμερῶν αὐτῶν. Ἀμήν. παπα Κωνσταντῖνος Φιοράκης

Sorry for the inconvenience…

Redirection provided by Blogger to WordPress Migration Service